Όταν ένα έγγαμο ζεύγος αποφασίζει να χωρίσει οριστικά, ο ένας ή και οι δύο σύζυγοι ξεκινούν συνήθως διαδικασία διαζυγίου.
Σε ένα διαζύγιο μπορούν να ανακύψουν σημαντικά ζητήματα, όπως, θέματα συμμετοχής στα αποκτήματα του γάμου, θέματα μετοίκησης του ενός συζύγου από το σπίτι και ρύθμισης της οικογενειακής στέγης, θέματα διατροφής τέκνων ή διατροφής της συζύγου, καθώς και η ανάγκη ρύθμισης της επικοινωνίας των τέκνων με τον πατέρα, ακόμα και θέματα ενδοοικογενειακής βίας, τα οποία χρήζουν προσεκτικού χειρισμού από έμπειρο δικηγόρο διαζυγίων, ο οποίος θα δράσει με ειλικρίνεια και ενδιαφέρον για μία τόσο δύσκολη φάση της ζωής του πελάτη και πάντα ανάλογα με την ιδιαιτερότητα που απαιτεί η κάθε υπόθεση.
Οι τύποι διαζυγίου είναι δύο: το συναινετικό διαζύγιο και το διαζύγιο με αντιδικία. Κάθε τύπος διαζυγίου έχει τα δικά του χαρακτηριστικά, βαθμό δυσκολίας και διαδικασία και διαφορετικό οικονομικό κόστος.
Το συναινετικό διαζύγιο, που κατά γενική ομολογία είναι μία απλή και εύκολη διαδικασία, επιλέγεται όταν υπάρχει κοινή βούληση για την λύση όλων των ανωτέρω ζητημάτων, ενώ το διαζύγιο με αντιδικία ταιριάζει στην μη συναινετική λύση ενός γάμου. Δηλαδή, αν το ζευγάρι έχει συμφωνήσει την λύση του γάμου και την ρύθμιση θεμάτων, όπως η διατροφή των τέκνων, η επικοινωνία του πατέρα με τα τέκνα κλπ απευθύνεται σε δικηγόρο διαζυγίων και ακολουθεί τον δρόμο του διαζυγίου κοινή συναινέσει. Πρόκειται για μία διαδικασία απλή και με λιγότερο κόστος την οποία αναλαμβάνει δικηγόρος διαζυγίων και επικυρώνεται ενώπιον Συμβολαιογράφου και για αυτό ολοκληρώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα (συνήθως 10 με 15 ημέρες).
Από την άλλη πλευρά το διαζύγιο κατ’ αντιδικία περιλαμβάνει δύο τρόπους λύσης του γάμου: τη λύση του γάμου λόγω διετούς διαστάσεως και τη λύση του γάμου λόγω ισχυρών κλονιστικών γεγονότων που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της εγγάμου συμβιώσεως και καθιστούν ανυπόφορη την περαιτέρω συνύπαρξη των μερών, όπως ενδεικτικά οι παραβάσεις της υποχρέωσης των συζύγων για συμβίωση, οι αδικαιολόγητες απουσίες από το σπίτι, η αποφυγή γενετήσιων σχέσεων, η χρήση βίας, οι ύβρεις, οι παραβάσεις της συζυγικής πίστης, όπως, οι παραβάσεις κατά τη ρύθμιση του συζυγικού βίου, όπως ενδεικτικά η μόνιμη αδυναμία συμφωνίας των συζύγων για θέματα του κοινού συζυγικού τους βίου, η επέμβαση στην σφαίρα της προσωπικότητας του άλλου συζύγου κ.ο.κ. Σε κάθε περίπτωση όμως πρέπει να αποδεικνύεται ότι εξαιτίας του επικαλούμενου κλονιστικού γεγονότος έχει όντως κλονιστεί ο γάμος, σε βαθμό που δεν είναι πλέον ανεκτή η έγγαμη συμβίωση. Δηλαδή η απλή επίκληση από την πλευρά ενός συζύγου, ενός κλονιστικού γεγονότος δεν είναι αρκετή. Η διαδικασία γίνεται ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, την οποία αναλαμβάνει έμπειρος δικηγόρος διαζυγίων. Επίσης ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου ολοκληρώνεται και η ρύθμιση θεμάτων που αναφέρθηκαν παραπάνω, δηλαδή η διατροφή των τέκνων, της συζύγου, η επικοινωνία του πατέρα με τα τέκνα κλπ.
Σημειωτέον ότι στις οικογενειακές διαφορές, από τις 15/1/2020, όπως οι αγωγές (όχι ασφαλιστικά μέτρα) διατροφής, επικοινωνίας με τα παιδιά, επιμέλειας και διευθέτησης οικονομικών θεμάτων μεταξύ του ζευγαριού που χωρίζει είναι υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης. Η υποχρεωτική διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι μία καλή ευκαιρία για τα μέρη να επιλύσουν τη διαφορά τους ουσιαστικά. Είναι αυτονόητο ότι η από κοινού επίλυση των παραπάνω θεμάτων με την βοήθεια του θεσμού της διαμεσολάβησης είναι προς το συμφέρον των μερών, καθώς κερδίζουν πολύτιμο χρόνο, αποφεύγοντας μακρινές δικασίμους, αναβολές, ή ματαιώσεις δικαστηρίων και περαιτέρω οικονομικά κόστη, ενώ διαμορφώνουν μόνοι τους το αποτέλεσμα της διαφοράς τους χωρίς να τους επιβάλλεται απόφαση από ένα Δικαστήριο. Με άλλα λόγια η επιλογή του συναινετικού διαζυγίου είναι μία απλή και οικονομική διαδικασία και ενδεχομένως με την διαδικασία της διαμεσολάβησης το ζευγάρι να βρει συναινετική λύση, στην περίπτωση που δεν ήταν η πρώτη επιλογή. Στην διαμεσολάβηση συμμετέχουν τα μέρη με τον δικηγόρο τους και ο διαμεσολαβητής ο οποίος με εμπιστευτικό, ουδέτερο, και αμερόληπτο τρόπο διευκολύνει τα μέρη να επικοινωνήσουν και να δουν τα αληθινά τους συμφέροντα.
Επικοινωνείστε μαζί μας για να πληροφορηθείτε τα βήματα του διαζυγίου και να μάθετε πόσο στοιχίζει να λυθεί ο γάμος σας. Ο δικηγόρος διαζυγίων θα βοηθήσει να βρείτε τον πιο σύντομο και οικονομικό τρόπο και θα σας εξηγήσει με ξεκάθαρο και ειλικρινή τρόπο όλες τις λεπτομέρειες σχετικά με την διαδικασία που θα ακολουθήσετε, ώστε η νομική διαδικασία να μην σας προβληματίζει σε αυτή την δύσκολη φάση της ζωής σας.
Στο ερώτημα αυτό θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν επιτρέπεται από δικηγόρο η οποιαδήποτε αναφορά δημοσίως σε δικηγορική αμοιβή ή μέθοδο χρέωσης για διεκπεραίωση νομικής υπόθεσης, σύμφωνα με τον Κώδικα δικηγόρων. Σε κάθε περίπτωση το κόστος, θα κριθεί από παράγοντες, όπως το αν συμφωνεί ο/η σύζυγός σας, αν υπάρχουν ανήλικα παιδιά και επιπρόσθετα αν υπάρχει συμφωνία του ζευγαριού, όσον αφορά θέματα σχετικά με την διατροφή των ανηλίκων τέκνων, την ρύθμιση της επικοινωνίας των τέκνων με τον πατέρα, της οικογενειακής στέγης κλπ, αν τελικά δεν υπάρξει συμφωνία μεταξύ του ζευγαριού και τα παραπάνω θέματα χρειαστεί να επιλυθούν ενώπιον των Δικαστηρίων σίγουρα το κόστος είναι αυξημένο, καθώς και ο χρόνος τελεσιδικίας της υπόθεσης, καθώς ενδεχομένως να ασκηθεί και έφεση από τους διαδίκους. Επικοινωνήστε με το δικηγόρο διαζυγίων προκειμένου να εξιστορήσετε την υπόθεση σας και αφού αποφασίσετε από κοινού την πορεία της θα καθορίσετε και το ακριβές κόστος ανά στάδιο της διαδικασίας.
- Το διαζύγιο κατ’ αντιδικία, σημαίνει πως κινεί την διαδικασία ένας εκ του ζευγαριού, αλλά ο άλλος δεν συμφωνεί. Ο πρώτος λοιπόν υποβάλλει αγωγή εναντίον του άλλου, και ως αντίδικοι καλούνται στο δικαστήριο να αποδείξουν το κατά πόσο συντρέχουν λόγοι διαζυγίου ή όχι. Το Δικαστήριο εκδίδει το διαζύγιο υπέρ του ενάγοντα:
- Λόγω ισχυρού κλονισμού της έγγαμης συμβίωσης, και συγκεκριμένα διγαμίας, μοιχείας ή ενδοοικογενειακής βίας. Οι παραπάνω λόγοι θεωρούνται ισχυροί κλονισμοί που τεκμαίρουν το διαζύγιο.
- Λόγω διετούς διάστασης, αν αποδεικνύεται δηλαδή πως το ζευγάρι έχει διακόψει τη συμβίωση για τουλάχιστον δύο έτη.
Το συναινετικό διαζύγιο επιλέγεται όταν υπάρχει κοινή βούληση για την λύση του γάμου και ζητημάτων όπως η διατροφή των ανηλίκων τέκνων, η ρύθμιση της επικοινωνίας με τα παιδία, της οικογενειακής στέγης κλπ. Πρόκειται για μία διαδικασία απλή και με λιγότερο κόστος την οποία αναλαμβάνει δικηγόρος διαζυγίων και επικυρώνεται ενώπιον Συμβολαιογράφου και για αυτό ολοκληρώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα (συνήθως 10 με 15 ημέρες).
Η διατροφή του τέκνου και το ύψος της, είναι ένα βασικό θέμα που πρέπει να επιλυθεί μεταξύ του ζευγαριού ή από το Δικαστήριο. Όταν υπάρχει συμφωνία του ζευγαριού το ύψος του καθορίζεται ελεύθερα από το ζευγάρι, ενώ σε αντίθετη περίπτωση καθορίζεται από το Δικαστήριο, το ύψος του ποσού που θα πρέπει να πληρώνει ο υπόχρεος γονέας. Να διευκρινιστεί ότι υπόχρεος, δεν μπορεί να είναι ο γονέας που έχει την επιμέλεια του παιδιού. Όταν δεν έχει συμφωνηθεί εκ των προτέρων το ύψος της διατροφής, αλλά επιδιώκεται δικαστική απόφαση που θα το ρυθμίζει υπολογίζονται οι ανάγκες του παιδιού όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του με σημαντικό στοιχείο τις ανάγκες εκπαίδευσής του, αλλά και άλλες δραστηριότητες. Το παιδί δικαιούται τέτοιο ποσό διατροφής όπως αυτό προκύπτει από τις ανάγκες του, σε συνδυασμό με τις οικονομικές δυνάμεις των γονιών του, δηλαδή σε συνδυασμό με τα χρήματα που κερδίζει ο πατέρας του ή η μητέρα του ανάλογα από την εργασία τους ή από άλλες πηγές όπως ενοίκια, τόκους καταθέσεων κ.λ.π. Εννοείται ότι στην περίπτωση που το παιδί μένει με την μητέρα του, αυτή φυσικά και δεν του δίνει διατροφή. Ο νόμος στην περίπτωση αυτή αποτιμάει σε χρήμα τις υπηρεσίες που προσφέρει η μητέρα στο παιδί (φροντίδα, επιμέλεια) και έτσι λογίζεται ότι συμπληρώνεται το ποσό της συνεισφοράς της που θα το ορίσει το Δικαστήριο, όπως αντίστοιχα θα ορίσει και την οικονομική συνεισφορά του πατέρα. Διατροφή μπορεί να ζητηθεί και όταν το ζευγάρι ζει σε αποδεδειγμένη διάσταση.
Εφόσον ο ένας από τους πρώην συζύγους δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματά του ή από την περιουσία του, δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον άλλον:
1. Αν κατά την έκδοση του διαζυγίου ή κατά το τέλος των χρονικών περιόδων που προβλέπονται στις επόμενες περιπτώσεις βρίσκεται σε ηλικία ή σε κατάσταση υγείας που δεν επιτρέπει να αναγκασθεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος, ώστε να εξασφαλίζει απ’ αυτό τη διατροφή του
2. Αν έχει την επιμέλεια ανήλικου τέκνου και γι’ αυτόν το λόγο εμποδίζεται στην άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος
3. Αν δεν βρίσκει σταθερή κατάλληλη εργασία ή χρειάζεται κάποια επαγγελματική εκπαίδευση, και στις δύο όμως περιπτώσεις για ένα διάστημα που δεν μπορεί να ξεπεράσει τα τρία χρόνια από την έκδοση του διαζυγίου
4. Σε κάθε άλλη περίπτωση, όπου η επιδίκαση διατροφής κατά την έκδοση του διαζυγίου επιβάλλεται από λόγους επιείκειας. Επίσης, αν ο σύζυγος διέκοψε την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, η διατροφή, που του οφείλεται από τον άλλο, πληρώνεται σε χρήμα και προκαταβάλλεται κάθε μήνα.
Η ρύθμιση του τρόπου άσκησης της επικοινωνίας τέκνου μπορεί να γίνει είτε συναινετικά, βάσει συμφωνίας των γονέων του, είτε με δικαστική απόφαση. Η κάθε περίπτωση κρίνεται ad hoc με βάση το συμφέρον εκάστου τέκνου και τις διαμορφωθείσες συνθήκες. Οι τρόποι άσκησης της επικοινωνίας τέκνου ποικίλουν και μπορούν να περιλαμβάνουν την προσωπική συνάντηση γονέα και τέκνου, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει τη συνομιλία και τη γενικότερη συναναστροφή του γονέα με το ανήλικο τέκνο, την επίσκεψη του γονέα στην οικία του τέκνου, την κοινή έξοδό τους για επικοινωνία, την ψυχαγωγία του, τη διανυκτέρευση του τέκνου στην οικία του γονέα, τις κοινές διακοπές.
Ο τόπος άσκησης της επικοινωνίας τέκνων καθορίζεται με βάση την ηλικία του παιδιού, την ποιότητα της σχέσης που έχει με τον γονέα και τις γενικότερες πραγματικές συνθήκες κατά περίπτωση. Σε κάθε περίπτωση, ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το ανήλικο τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του μ’ αυτό.
Σε περίπτωση λοιπόν διάστασης, θα πρέπει να επιλυθεί το ζήτημα του ποιος εκ των δύο θα συνεχίσει να διαμένει εντός της οικίας αυτής. Τα πράγματα είναι αρκετά ξεκάθαρα όταν δεν υπάρχουν ανήλικα τέκνα και σαφώς περιπλέκονται όταν έχουν αποκτηθεί ανήλικα τέκνα κατά τη διάρκεια του γάμου. Κριτήριο στην τελευταία περίπτωση για την απόφαση των συζύγων είναι να προταχθεί το συμφέρον των ανηλίκων τέκνων, που σαφώς είναι να παραμείνουν στην οικογενειακή στέγη, όπου έχουν μεγαλώσει και όπου νιώθουν σιγουριά και ασφάλεια, έχουν αναπτύξει συναισθηματικούς δεσμούς με τη γειτονιά και τους οικείους του και έχουν συνηθίσει. Σε περίπτωση λοιπόν που αναλάβει ο ένας εκ των δύο γονέων την επιμέλειά τους, αυτός θα πρέπει να παραμείνει στη συζυγική εστία των ανηλίκων τέκνων μαζί τους μέχρι την ενηλικίωσή τους, για λόγους επιείκειας και λαμβανομένων πάντα υπόψη των εκάστοτε συνθηκών και του συμφέροντος του τέκνου, ανεξαρτήτως του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αναφορικά με το ακίνητο. Κάτι τέτοιο προβλέπεται ρητώς και από τον νόμο (ΑΚ 1393 εδ.α΄και β΄), σύμφωνα με τον οποίο σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολοκλήρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ιδίων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσης του.
Έτσι λοιπόν παύει να ισχύει η προβλεπόμενη από τον νόμο (ΑΚ 1386) υποχρέωση για συμβίωση και γεννάται η δυνατότητα έγερσης αίτησης ασφαλιστικών μέτρων ή αγωγής για τη ρύθμιση της οικογενειακής στέγης κατά παρέκκλιση από τις γενικές διατάξεις του εμπραγμάτου και του ενοχικού δικαίου. Σ’ αυτήν την περίπτωση ωστόσο θα πρέπει να τονιστεί ότι σε περίπτωση αμετάκλητης λύσης του γάμου η απόφαση που ρυθμίζει την χρήση της οικογενειακής στέγης παύει να ισχύει αυτοδικαίως, αν δεν ζητηθεί τροποποίησή της, οπότε εφεξής οι σχέσεις των συζύγων αναφορικά με την κυριότητα, τη νομή και τα χρήση του ακινήτου, που συνιστούσε έως τώρα οικογενειακή στέγη, διέπονται από τις γενικές διατάξεις του εμπραγμάτου και του ενοχικού δικαίου.
Αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί και η περιουσία του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέσθηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Τεκμαίρεται ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο 1/3 της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή
Εάν ενδιαφέρεστε να πληροφορηθείτε από δικηγόρο διαζυγίων αναλυτικά για τα Διαζύγια, την εκτίμηση κόστους τους, αν έχετε απορίες σχετικά με την έκδοση Συναινετικού Διαζυγίου, ή για θέματα ρύθμισης θεμάτων, όπως η διατροφή ανηλίκων τέκνων και της συζύγου, επικοινωνίας πατέρα με τα τέκνα τηλεφωνήστε στο 210 33 89 739 και ο δικηγόρος διαζυγίων θα σας λύσει κάθε απορία.
Επίσης μπορείτε να συμπληρώσετε την φόρμα και θα επικοινωνήσουμε μαζί σας, άμεσα.